Η Β. κρατάει το ιδρωμένο χέρι μου κατά τη διάρκεια της πτήσης προσπαθώντας να συγκεντρωθεί σε ένα περιοδικό για βιολί που διαβάζει. Με έχει συνηθίσει, θαυμάζω την υπομονή της κάθε φορά, σε κάθε απογείωση, σε κάθε κενό αέρος ή την λυτρωτική στιγμή της προσγείωσης που σφίγγω σαν τανάλια τα δάχτυλα μου γύρω απο τον καρπό της. Ζαλισμένος απο τον φόβο, καταρρακωμένος απο τα ροζ χάπια και τις καταστροφολογικές σκέψεις βγαίνω απο την καμπίνα του αεροπλάνου και δεν υπάρχει χρόνος να κάνω απολογισμό... ένα ξερό γειά σας με ανακούφιση στις χαμογελαστές αεροσυνοδούς φτάνει, κάθε φορά... να δείξω την ευγνωμοσύνη μου.
Ύστερα ανοίγω το κινητό, μετά απο λίγο χτυπάει και είναι οι δικοί μου. <<Έφτασες καλά;>> <<Τα γνωστά...>> απαντώ και κλείνω.
Ενα τσιγάρο να νοιώσω ότι ζω ακόμα.
Μεγάλη τζούρα. Για να μου θυμίσει την διαφορά του αργού με τον ξαφνικό και γρήγορο θάνατο. Τουλάχιστον ο πρώτος είναι επιλογή μου σκέφτομαι.
Τώρα τελευταία, βλέπω γύρω μου αποχαιρετισμούς. Κάποιος αποχαιρετά την απραξία του ενώ κάποιος άλλος κουράστηκε να σπάει τα κοντερ της ζωής του και επιλέγει να αλλάξει ταχύτητες, να αράξει. Άλλοι αποχαιρετούν <<κακιές>> συνήθειες και κάποιοι πενθούν τις ψευδαισθήσεις που είχαν στο παρελθόν και για πολλά χρόνια.
Μου αρέσει που ο κυνικός φίλος μου ζει τον έρωτα σαν έφηβος. Λατρεύω να βλέπω την ευαίσθητη φίλη μου Σ. να μου δείχνει το χαρτί του διορισμού της με τρεμάμενα χέρια και να φρικάρει στην ιδέα οτι η καθοδηγούμενη ζωή της θα γίνει επιτέλους δική της.
Και στο τέλος καταλαβαίνω ότι είναι φυσικό η απογείωση να τρομάζει... πόσο δε η ανώμαλη προσγείωση...